Συνεχίζουμε το αφιέρωμα στην γραφή των διακριθέντων στον 3ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό
Ποίησης της Βιβλιοθήκης Σπάρτου και παρουσιάζουμε
την Βιβή Κουτσούρη, που τιμήθηκε με Έπαινο.
ΚΟΥΤΣΟΥΡΗ ΒΙΒΗ
(Εκμαγείο)
Κασσιόπη Κέρκυρας
λόγος π-ητικός
Είμαι ένας Λόγος απλοϊκός και δυσκίνητος,
επαρκώς ματαιόδοξος και επηρμένος.
Τη μέρα γυαλίζω με λάσπη τις δόξες μου αλαλάζοντας από σκοτάδι.
Αγγελόμορφα δαιμόνια με σηκώνουν ψηλά στης αβύσσου το τέλμα
γλύφοντας τ’ αφτιά μου και φιλώντας τα μάτια μου τα σφαλισμένα.
Ύστερα μεθώ ηδονικά κι αφήνομαι στην πλάνη τους∙
ως τη λαμπρή έξοδο∙ ώσπου να μάθω, ώσπου να σωθώ…
Είμαι ένας Λόγος δειλός κι ανελεύθερος,
ανεκδιήγητα νωθρός και αποστειρωμένος.
Τις νύχτες πλέκω αργά με λόγχες τον χρόνο μου που πάντα στο φως ξεπλέκω.
Σκέψεις ανόητες γελούν επιδεικτικά πίσω απ’ τις ρυτίδες μου
ρουφώντας το νέκταρ μου κι αιχμαλωτίζοντας τη νιότη μου τη στερεμένη.
Ύστερα συνεχίζω, δήθεν από πείσμα, στο ανώφελο∙
ως της οργής το πλήρωμα∙ ώσπου να μάθω, ώσπου να σωθώ…
Είμαι ένας Λόγος άλογος κι αφελής,
επικίνδυνα θολωμένος κι αδιέξοδος.
Ολοένα εγκλωβίζομαι σε κόσμους ισχνούς αναζητώντας τον χαμένο μίτο.
Κτίσματα ετοιμόρροπα γέρνουν πάνω από κάθε βήμα μου
ψιθυρίζοντας κατάρες και οικτίροντας τα πάθη μου τα ξοδεμένα.
Ύστερα σύρομαι αδιαμαρτύρητα στης λογικής το εδώλιο∙
ως της σιωπής τη δικαίωση∙ ώσπου να μάθω, ώσπου να σωθώ…
Μα γνωρίζω. Τα πάντα και τίποτα.
Γι’ αυτό και κλαίω, και γελώ κι αφήνομαι
ακυβέρνητο καράβι
πίσω απ’ τη μάσκα μου τη φιλντισένια
και τα πέπλα μου τα πρόστυχα
σ’ έναν κόσμο ανέλπιδο, σ’ έναν κόσμο ωκεανό.
Στον κόσμο αυτό τον ανελέητα κι αιώνια πλανεμένο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου